O δάκος της ελιάς είναι ο σημαντικότερος εχθρός της ελαιοπαραγωγής. Οι καταστροφικές του συνέπειες τον καθιστούν στόχο συστηματικού ελέγχου, κυρίως με χρήση χημικών εντομοκτόνων. Πέρα από τις βλαβερές επιπτώσεις των εντομοκτόνων στο περιβάλλον, η υπερβολική και η μη ορθολογική χρήση τους έχει δημιουργήσει και ένα έντονο πρόβλημα ανθεκτικότητας των εντόμων στα εντομοκτόνα. Φιλικότερες προς το περιβάλλον μέθοδοι ελέγχου πληθυσμών του δάκου, όπως η μαζική εκτροφή και εξαπόλυση στείρων εντόμων στη φύση (SIT, Sterile Insect Technique), έχουν επιχειρηθεί στο παρελθόν αλλά χωρίς επιτυχία. Έχει αποδειχτεί ότι η ύπαρξη θηλυκών εντόμων κατά την εξαπόλυση δυσχεραίνει την επιτυχία της μεθόδου. Η απαλλαγή θηλυκών προνυμφών κατά τη μαζική εκτροφή του δάκου προϋποθέτει ενδελεχή γνώση και ικανότητα διαχείρισης των μονοπατιών φυλοκαθορισμού στο έντομο. Προς την κατεύθυνση αυτή προτείνουμε μια βασική τρανσκριπτομική και πρωτεομική ανάλυση αφενός αρσενικών και θηλυκών ατόμων, αφετέρου ανθεκτικών και ευαίσθητων σε εντομοκτόνα ατόμων. Σκοπός είναι ο εντοπισμός και η απομόνωση γονιδίων που εμπλέκονται είτε σε μονοπάτια φυλοδιαχωρισμού είτε ανθεκτικότητας του δάκου σε εντομοκτόνα.